ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Η γαλοπούλα είναι από τα μεγαλύτερα οικόσιτα πουλερικά και εκτρέφεται αποκλειστικά για το κρέας της. Είναι μεγαλόσωμη και το βάρος της φτάνει συχνά πάνω από 10 κιλά. Η γαλοπούλα κατάγεται από το Μεξικό, όπου και εκτρέφεται ανελλιπώς από την εποχή των Αζτέκων. Από εκείνα τα χρόνια κρατάει και το εθνικό φαγητό των Μεξικάνων, το μόλε πομπλάνο (mole poblano), το οποίο είναι μπούτι γαλοπούλας με σάλτσα σοκολάτα.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Οι Ισπανοί κατακτητές έφεραν τη γαλοπούλα στην Ευρώπη γύρω στο 1500 και την αποκαλούσαν ινδική κότα, γιατί τότε ακόμα πίστευαν πως είχαν ανακαλύψει τις Ινδίες. Από αυτούς επηρεασμένοι οι Γάλλοι την ονόμασαν dinde (d’ Inde = από την Ινδία), ενώ οι Άγγλοι την ονόμασαν turkey, δηλαδή Τουρκία, γιατί την μπέρδεψαν με τη φραγκόκοτα, την οποία προμηθεύονταν από την Τουρκία. Ακόμη και σήμερα πολλοί Ελληνοαμερικάνοι λένε τούρκο τη γαλοπούλα, από την αγγλική της ονομασία. Εμείς τη λέμε γάλο ή γαλοπούλα από το βενετσιάνικο gallo, που προέρχεται από το νεολατινικό gallopavo, δηλαδή παγώνι της Γαλατίας, επειδή εκεί κυρίως εκτρεφόταν τα πρώτα χρόνια που ήρθε στην Ευρώπη αυτό το πουλερικό. Επίσης, μέχρι πρότινος στην Ελλάδα η γαλοπούλα ονομαζόταν διάνος, από τη λέξη Ινδιάνος. Στην Πορτογαλία την ονομάζουν περού perú, από την ομώνυμη χώρα.
ΧΡΗΣΗ
Η γαλοπούλα αμέσως αγαπήθηκε στην Ευρώπη, όπου γρήγορα αντικατέστησε την πάπια και τη χήνα, την οποία από τον Μεσαίωνα ακόμα σερβίριζαν γεμιστή στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Στη Βόρεια Αμερική η γεμιστή γαλοπούλα σερβίρεται κατά παράδοση στο δείπνο της Ημέρας των Ευχαριστιών. Το κρέας της είναι πολύ δημοφιλές σε όλο τον κόσμο και από αυτό φτιάχνονται επίσης αρκετά αλλαντικά.
Το κρέας της γαλοπούλας είναι σχετικά πιο στεγνό από της κότας, όμως λόγω του μεγέθους της προσφέρεται για εντυπωσιακά πιάτα.